Γλώσσα 7 - Τα ψηλά βουνά 2 - Παθητικές μετοχές


Γεια σας παιδιά,

Σήμερα θα διαβάσουμε το επόμενο κεφάλαιο από το βιβλίο «Τα Ψηλά Βουνά» του Ζαχαρία Παπαντωνίου. Στο περασμένο κεφάλαιο είχαμε δει τους τρεις μικρούς φίλους, τον Φάνη, τον Μαθιό και τον Κωστάκη, που ξεκουράζονταν στο πεζούλι της εκκλησίας του χωριού, κοιτώντας τις φωτιές που κάποιος άναψε ψηλά στο βουνό. Ποιος άναψε τελικά τις φωτιές; Για να δούμε τη συνέχεια...

Διάβασε το δεύτερο κεφάλαιο από «Τα Ψηλά Βουνά» και κάνε τις ασκήσεις παρακάτω.


2. Το γράμμα του Αντρέα

    Και τάχα δεν μπορούσαν να είναι κι αυτοί εκεί ψηλά; Πολλές φορές ο δάσκαλος τους είχε πει στο μάθημα, πως τα παιδιά που είναι στην τελευταία τάξη του ελληνικού* μπορούν να πάνε μόνα τους στο βουνό. Πως, άμα έχουν θάρρος και πειθαρχία, μπορούν να κατοικήσουν μόνα τους εκεί έναν δυο μήνες. Φτάνει να έχουν την άδεια του πατέρα τους, την κατοικία και την τροφή.
—Πόσα πράματα, τους είπε, θα μάθετε όταν πάτε τόσο ψηλά! Ούτε το βιβλίο μπορεί να σας τα πει ούτ’ εγώ.
    Κι έφυγε για την πατρίδα του, για να περάσει τις διακοπές. Ήταν βέβαιος πως, άμα θέλουν τα παιδιά, θα το κατορθώσουν.
    Τα παιδιά παρακάλεσαν τους γονείς τους να τους αφήσουν να πάνε. Εκείνοι αντιστάθηκαν στην αρχή.
—Πού ξέρουμε, είπαν, τι θα κάνετε τόσο μακριά; Τάχα θα μπορείτε να βρίσκετε ό,τι σας χρειάζεται; Θα φροντίζει ο ένας για τον άλλο; Θα είστε αχώριστοι;
    Υποσχέθηκαν πως και τα είκοσι πέντε παιδιά θα είναι σαν ένας. Μα ύστερα οι δικοί τους ρώτησαν:
—Πού θα βρείτε τις καλύβες να καθίσετε; Ήταν η πρώτη δυσκολία. Ύστερα τους είπαν:
—Πού θα βρίσκετε την τροφή, για να ζείτε τόσο μακριά; Μπροστά στις δύο δυσκολίες τα παιδιά σταμάτησαν· άφησαν το ταξίδι για άλλη φορά.
    Και κείνο που μένει για άλλη φορά σπάνια γίνεται.
---

    Ένας όμως μαθητής, ο Αντρέας, προσπάθησε να κάνει αυτός μόνος, εκείνο που οι άλλοι δεν μπόρεσαν να κατορθώσουν.
     Ήταν το παιδί που τολμούσε. Ο Αντρέας κυνηγούσε πιο πολύ τα δύσκολα παρά τα εύκολα. Δεν τον θυμούνται να δείλιασε ποτέ. Αλλά πιο γενναίος ήταν εκεί που θα ωφελούσε τους άλλους.
    Ο πατέρας του, ο κυρ Στέφανος, ήταν εργολάβος ξυλείας στο δάσος που τους είπε ο δάσκαλος να πάνε, στο Χλωρό. Είχε πολλούς λοτόμους** εκεί.
    Τον παρακάλεσε λοιπόν ο Αντρέας να δώσει χάρισμα την ξυλεία για τις καλύβες που χρειάζονταν τα παιδιά. Και για να το πετύχει, ακολούθησε μια μέρα τον πατέρα του στο δάσος, όπου είχε πάει να επιβλέψει την εργασία.
    Σε δύο μέρες οι λοτόμοι έστησαν οχτώ καλύβες. Οχτώ γερές και χαριτωμένες καλύβες· ένα χωριουδάκι. Η κατοικία ετοιμάστηκε.
    Από τους λοτόμους πάλι έμαθε ο Αντρέας πως οι βλάχοι θα πήγαιναν στα Τρίκορφα, καθώς το λένε κείνο το βουνό, για να βοσκήσουν τα κοπάδια τους· γιατί φέτος βγήκε πολύ χορτάρι σε κείνο το μέρος.
    Βρέθηκε λοιπόν το σπουδαιότερο, η τροφή. Από το κοπάδι θα έχουν το κρέας και τα γαλακτερά.
    Ο Αντρέας έμεινε στο δάσος ανυπομονώντας να έρθουν οι βλάχοι. Κι όταν ήρθαν, έστειλε στην πόλη, στα δύο παιδιά, αυτή την παραγγελία:


«Παιδιά,
Στις είκοσι εννιά, των Αγίων Αποστόλων, εσείς οι δύο, κατά το βράδυ, να κοιτάζετε στο βουνό, προς το μέρος μας, προς το Χλωρό. Αν δείτε τρεις φωτιές στην αράδα, να ξέρετε πως αυτό θα είναι μήνυμα δικό μου για σας· θα σημαίνει πως όλα έχουν ετοιμαστεί, κι η τροφή, κι οι καλύβες κι ό,τι άλλο χρειάζεται. Μόνο να ειδοποιήσετε γι’ αυτό τον Φάνη και τ’ άλλα παιδιά. Και να κάνετε ό,τι μπορείτε για να έρθετε. Μη χάνετε καιρό. Τι ωραία που είναι ‘δώ ψηλά!»

    Είκοσι εννιά, των Αγίων Αποστόλων, απόψε, να οι φωτιές!
---
    Τα δύο παιδιά έφτασαν κι έφεραν το μήνυμα στον Φάνη, στον Μαθιό και στον Κωστάκη.
    Ανέλπιστη χαρά! Ποτέ δεν είχαν συνεννοηθεί από τόσο μακριά. Θα πάνε; Και πότε; Πώς;
    Τρέχουν στο σπίτι με τα μάτια προς τις τρεις φωτιές.
—Μας γνέφουν! φωνάζει ο Κωστάκης.
    Κι αλήθεια, οι τρεις φωτιές νόμιζες πως τους καλούσαν.


Από «Τα Ψηλά Βουνά», του Ζαχαρία Παπαντωνίου, έκδοση του 1918, ψηφιακή επανέκδοση του αρχικού μη λογοκριμένου βιβλίου του Ζαχαρία Παπαντωνίου «Τα Ψηλά Βουνά», με κείμενο σε μονοτονικό και διαμόρφωση με βάση τη σύγχρονη γραμματική, ορθογραφία και σύνταξη, 2016 Εκδόσεις Διεύθυνσης Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Ηρακλείου.


*τελευταία τάξη του ελληνικού: Έως το μεσοπόλεμο (1923-1940), οι εκπαιδευτικές βαθμίδες ήταν: Δημοτικό σχολείο (3ετές), Ελληνικό σχολείο (4ετής φοίτηση), Γυμνάσιο (3ετής φοίτηση), Πανεπιστήμιο. Άρα τα παιδιά είναι περίπου 13 ετών.

**λοτόμους: εννοεί τη λέξη υλοτόμους, αυτούς δηλαδή που ασχολούνται επαγγελματικά με την κοπή δέντρων για την παραγωγή ξυλείας.


Ασκήσεις
1. Απαντήστε στις ερωτήσεις του παρακάτω κουίζ.

2. Σήμερα θα κάνουμε επανάληψη στις παθητικές μετοχές. Δες το παρακάτω βίντεο και κάνε τις ασκήσεις από κάτω.



3. Φτιάξε την παθητική μετοχή για καθένα από τα παρακάτω ρήματα:
δένομαι: 
φτιάχνομαι:
ανοίγομαι: 
κλείνομαι:
χτενίζομαι:
λούζομαι:

4. Υπογράμμισε τις παθητικές μετοχές στις παρακάτω προτάσεις.
  • Ο Σάκης γύρισε αναστατωμένος από το σχολείο.
  • Χθες ήμουν πολύ χαρούμενος που είδα ξανά τους φίλους μου.
  • Η κόρη της ήταν μεγαλωμένη στο χωριό και όταν ενηλικιώθηκε πήγε να σπουδάσει στην πόλη.
  • Ενώ έπαιζε με τα παιχνίδια του, είδε τον κουρασμένο παππού του να κάθεται δίπλα στο τζάκι.
  • Η Κατερίνα ένοιωσε για πρώτη φορά ευτυχισμένη.
  • Ο Γρηγόρης συνάντησε ένα φοβισμένο αγόρι να κρύβεται πίσω από ένα αυτοκίνητο.
Κάντε τις ασκήσεις στο τετράδιο και στείλτε μου φωτογραφία.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Καταλήξεις ρημάτων σε -ε και -αι

Μαθηματικά Δ΄ Τάξης - Κάθετη Διαίρεση (1)

Μαθηματικά Γ΄ Τάξης - Προβλήματα με πρόσθεση και αφαίρεση